This question was closed without grading. Reason: Other
Oct 31, 2016 20:25
7 yrs ago
3 viewers *
English term
post-cover
English to Greek
Law/Patents
Insurance
Sweden
Ειδικός όρος ασφάλισης που προβλέπει ότι:
Εάν εκδήλωσα ασθένεια αφότου σταμάτησα να δουλεύω, η οποία όμως οφείλεται σε επιβλαβή επίδραση της εργασίας που εκτελούσα όταν ακόμα δούλευα, και πάλι καλύπτομαι, εφόσον βέβαια κατά το χρόνο της επιβλαβούς επίδρασης (και όχι το χρόνο εμφάνισης της ασθένειας) υπήρχε ισχύουσα σύμβαση ασφάλισης μεταξύ εργοδότη και ασφαλιστικής...
Δεν γνωρίζω αν και το run-off cover είναι κάτι αντίστοιχο...
Ελληνικός όρος υπάρχει;
Εάν εκδήλωσα ασθένεια αφότου σταμάτησα να δουλεύω, η οποία όμως οφείλεται σε επιβλαβή επίδραση της εργασίας που εκτελούσα όταν ακόμα δούλευα, και πάλι καλύπτομαι, εφόσον βέβαια κατά το χρόνο της επιβλαβούς επίδρασης (και όχι το χρόνο εμφάνισης της ασθένειας) υπήρχε ισχύουσα σύμβαση ασφάλισης μεταξύ εργοδότη και ασφαλιστικής...
Δεν γνωρίζω αν και το run-off cover είναι κάτι αντίστοιχο...
Ελληνικός όρος υπάρχει;
Discussion
post-cover
Opted to leave it untranslated, rather than to go with any of the greek alternatives: μετεργασιακή ασφάλιση, μετασφάλιση or μετακάλυψη...
In this case, well... "post-laborem"
One paragraph out of dozens...
εργασιακή ασφάλιση;;;
Sorry about that. Can I ask if 'post' has anything to do with the 'Post Office'? Were you working for the Swedish Post Office? but to me, if you had contracted an Insurable illness, that has resulted in a handicap, and that was **during** your employment at that place, even if this handicap had shown itself well after you officially left that employment, and you can prove that the cause of your handicap/ailment is because of the nature of your then employment, your employer is still liable for compensation. Is it a form of, in Greek, which we did, I think a couple of weeks ago, 'εργασιακή ασφάλιση'?
Don't know if run-off cover is somewhat similar, but I'm wondering if there's a Greek term for this.